Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2013

Η ΜΕΓΑΛΗ ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΔΕΜΙΡ ΙΣΣΑΡ (ΣΙΔΗΡΟΚΑΣΤΡΟΥ)

Η ΜΕΓΑΛΗ ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΔΕΜΙΡ ΙΣΣΑΡ

                                                                                                               
                                                                                                                                         Γράφει ο Νικ. Σκαρλάτος

Οι Βούλγαροι μετά την ήττα τους, στο  Κιλκίς και το Λαχανά, οχυρώθηκαν  στην  τοποθεσία  του  Ν. Πετριτσίου  και τη νότια είσοδο της στενωπού Ρούπελ, για  ν’ ανακόψουν την  επιθετική  ορμή του Ελληνικού στρατού και να δώσουν τη δυνατότητα  στα  υπολείμματα της Στρατιάς τους από το Λαχανά, να συμπτυχθούν  και  ανασυνταχθούν  στην  περιοχή βορείως του Σιδηροκάστρου.                                                                                                  

Η μάχη,  που  ακολούθησε το διήμερο της 26ης και 27ης Ιουνίου του 1913, έμεινε στην ιστορία  ως  «Μάχη του Δεμίρ Ισσάρ» και  αποτέλεσε  το σταθμό για την απελευθέρωση του Σιδηροκάστρου και ολόκληρης της Ανατολικής Μακεδονίας. Στο Σιδηρόκαστρο,  το οποίο καταλήφθηκε υπό των συμμάχων   κατά τον Α΄ Βαλκανικό πόλεμο Βουλγάρων, παρατηρούνταν προ της ενάρξεως   των  Ελληνο-βουλγαρικών   εχθροπραξιών  συγκεντρώσεις στρατευμάτων,  τα οποία στη συνέχεια προωθούνταν προς τη Στρώμνιτσα.  Τα  στρατεύματα αυτά,  προερχόμενα  από τη Θράκη, αποβιβάζονταν στο σημερινό σιδηροδρομικό σταθμό του Στρυμόνα (παλαιός Σ.Σ   Σιδηροκάστρου) και η πόλη, από  της ενάρξεως του  Β΄ Βαλκανικού πολέμου,  αποτέλεσε  Κέντρο  ανεφοδιασμού  της  2ης  Βουλγαρικής Στρατιάς.  Γι’  αυτό  ακριβώς  το λόγο, είχε ιδιαίτερο Στρατηγικό ενδιαφέρον για τους Βουλγάρους.                                                                  

Ήδη, από το απόγευμα της 21ης Ιουνίου, οι Βούλγαροι υποχωρούντες από το Λαχανά,  έσπευσαν  να περάσουν  το Στρυμόνα και  να καλυφθούν πίσω από αυτόν.  Πανικόβλητοι  πέρασαν τις γέφυρες,  τις οποίες  δεν κατέστρεψαν,  ούτε  φρουρούσαν.  Μόλις  το  βράδυ,  στις 22.00,  ο  Ιβανώφ  διέταξε  τρία  τάγματα από τις Σέρρες, να προωθηθούν  προς  το  Στρυμόνα,  τα  οποία  αναχώρησαν μετά τα μεσάνυχτα και έφθασαν στις γέφυρες περί την 02.00 και 03.00 πρωινή  της  22ας Ιουνίου, τις οποίες ανατίναξαν.                                                                    
Ο  Διοικητής της 2ης Βουλγαρικής Στρατιάς, Ιβανώφ,  κρίνοντας  ως  επισφαλή  τη  θέση του στις Σέρρες, λόγω  των φημών  ότι  το  Ελληνικό ιππικό έφθασε στη γέφυρα της Πεπονιάς, μετακινήθηκε στο Σιδηρόκαστρο. Η σύγχυση όμως και ο φόβος,  από  την  προέλαση του Ελληνικού ιππικού αποτυπώνονταν στις συζητήσεις, οι οποίες γίνονταν  μεταξύ  των  Βουλγάρων Αξιωματικών,  όπως  περιγράφει  το χρονικό ο Βούλγαρος στρατηγός Ιβανώφ:                                                                                                                                       
«Πολύ  ενωρίς  το πρωί,  ενώ  παρατάχθηκαν  τα τμήματα αυτά (εννοεί  του  Στρατηγείου του) - μεταγωγικά,  ίπποι  στρατηγείου  και διοικήσεως  μετόπισθεν - κλιμακηδόν επί της αμαξιτής οδού Σιδηροκάστρου, κάποιος προχώρησε και άρχισε να φωνάζει:  Ελληνικό ιππικό, Ελληνικό ιππικό!!  Ο διοικητής μετόπισθεν και όλοι οι Αξιωματικοί προπορεύονταν.  Από  την  προηγούμενη  ημέρα  το  φρόνημα των στρατιωτών  ήταν  πεσμένο από τη διάδοση περί εμφανίσεως Ελληνικού ιππικού.  Η  άγνωστη  κραυγή εμφανίσεως Ελληνικού ιππικού επέφερε τρομερό αποτέλεσμα.  Ο  καθένας αφού άκουσε ή χωρίς ν’ αντιληφθεί τι συμβαίνει,  εγκατέλειψε φάλαγγα,  οχήματα,  αποσκευές, αρχεία και ιππεύσαντες όλοι τράπηκαν σε άτακτη φυγή. Σταμάτησαν   στην  Άνω  Τζουμαγιά  και  άλλοι στο Νευροκόπι. Μόνο  ένα μέρος από αυτούς κατορθώθηκε ν’ αναχαιτισθεί και ν’ ανασυνταχθεί στο Σιδηρόκαστρο».     

Την  22α  Ιουνίου,  το επιτελείο  της  2ης Βουλγαρικής Στρατιάς, μη  θεωρώντας  ασφαλές  και  το  Σιδηρόκαστρο,  εφ’  όσον  ο Στρατηγός  Σαράφωφ,  διοικητής  της  3ης   Βουλγαρικής  Μεραρχίας, ηττηθείς  στο  Κιλκίς,  βρίσκονταν  στα  Πορρόϊα,  αναχώρησε την 5η πρωινή  για  το  Πετρίτσι  (της Βουλγαρίας),  όπου  έφθασε  μετά από τρεις ώρες.  Ο  Ιβανώφ,  φοβούμενος  την  επιδημία  χολέρας, η οποία  άρχισε  να  εξαπλώνεται, επέστρεψε στο Σιδηρόκαστρο, αλλά μόλις  έφθασε  στην  αμαξιτή  οδό και άρχισε να φαίνεται η στενωπός του Ρούπελ περί το Δραγοτίνι  (Προμαχώνα),  είδε με τα μάτια του την εικόνα, που αφηγείται ο ίδιος:                                   
«Σκόνη μέχρι τα σύννεφα και επί της οδού και εκατέρωθεν αυτής απειράριθμοι φυγάδες άνδρες- γυναίκες,  στρατιώτες,  κτήνη.  Οι άνθρωποι  είχαν  όψη  φρενοβλαβών  και  μόλις  δια του φραγμού της οδού με αυτοκίνητα κατορθώθηκε να σταματήσουν  δύο  έφιπποι  πυροβολητές, οι οποίοι χρειάσθηκαν μερικά λεπτά έως ότου συνέλθουν και ομιλήσουν. 
Οι  στρατιώτες αυτοί, οι οποίοι μόλις και συγκρατούνταν,  διηγήθηκαν  ότι  στο  Σιδηροδρομικό  Σταθμό Σιδηροκάστρου, φάνηκε Ελληνικό ιππικό,  το  οποίο  διασπάθιζε  ότι εύρισκε μπροστά του. Αυτοί δε, μαζί με άλλους,  τους  οποίους έδειχναν επί της αμαξιτής οδού,  μόλις  κατόρθωσαν να διαφύγουν.  Προτού  όμως  ακόμη τελειώσουν την αφήγηση τους, χάθηκαν καλπάζοντες προς το εσωτερικό της Βουλγαρίας εν ριπή οφθαλμού».              

Ο  Ιβανώφ  θεώρησε  πολύ  πιθανή  την πληροφορία αυτή, καθ’ όσον  οι  γέφυρες  του  Στρυμόνα  είχαν αφεθεί αφρούρητες εκείνη τη νύχτα  και  δεν είχε πληροφορίες για την κίνηση του Ελληνικού ιππικού, το οποίο στις  19 Ιουνίου εμφανίστηκε στο Κιλκίς. Επέστρεψε εσπευσμένα στο Πετρίτσι,  όπου  πληροφορήθηκε  ότι δεν απαντούσε και ο τηλεγραφητής του Σιδηροκάστρου. Γι’ αυτό  αναχώρησε  για  τη Στρώμνιτσα, στην οποία έφθασε την 16.30 της 22ας Ιουνίου.                                              
Ο διοικητής των Βουλγαρικών στρατευμάτων Σερρών Συνταγματάρχης  Αθανάσωφ,  διέταξε  το  πρωί της 22ας να συγκεντρωθούν όλες  οι Δυνάμεις  στο  Σιδηρόκαστρο,  όπου  θ’ ανασυντάσσονταν,  με σκοπό  ν’  αναπτυχθούν στα στενά του Ρούπελ,  για  να  μη διακοπεί η οδός υποχωρήσεως. Αυτό αναφέρθηκε στον Ιβανώφ και προς το Γενικό Βουλγαρικό Στρατηγείο,  το  οποίο  διέταξε  να  οργανωθεί  και  ν’ αντιταχθεί άμυνα επί της ανατολικής όχθης του Στρυμόνα στο Σιδηρόκαστρο. 

Ο  Ιβανώφ  μάλιστα  την  7η  πρωινή  της  23ης  Ιουνίου έδινε την παρακάτω διαταγή:                    
«Εφ’  όσον  ο εχθρός  δεν σας πιέζει, η υποχώρηση σας είναι άκαιρος. Ο ποταμός, όσον  και  αν είναι διαβατός  σε πολλά του σημεία, εν τούτοις παρουσιάζει  μεγάλες  δυσκολίες  η  διάβαση  του  από  τον εχθρό,  εάν  μάλιστα  παρενοχλείται  από  το πυροβολικό μας. Να επανέλθουν συνεπώς  τάχιστα  τα  στρατεύματα  σας  επί  των διαβάσεων αυτών και να οργανώσετε ισχυρή αντίσταση. Κρατήστε τμήματα στη διάθεση σας, για αντεπιθέσεις την κατάλληλη στιγμή».             

Μετά από τη διαταγή αυτή,  ο  στρατός  του  Αθανάσωφ άρχισε το  απόγευμα  της  23ης  να  συγκεντρώνεται  επί  των  διαβάσεων  του Στρυμόνα,  στις  οποίες  έφθασαν  μερικά  τμήματα,  το πρωί της 24ης Ιουνίου. Τα υπόλοιπα τμήματα άρχισαν να οργανώνονται ως τμήματα προκαλύψεως στη γραμμή Ράδοβο (Χαρωπό)- Σπάτοβο (Κοίμηση).      Ο Στρατηγός Σαράφωφ,  από  τα Πορρόϊα συμπτύχθηκε τις μεταμεσημβρινές ώρες της 23ης Ιουνίου  στο  χωριό Βέτρινα  (Ν. Πετρίτσι).                                                                                                                                       
Το  Γενικό  Στρατηγείο  του Ελληνικού στρατού  μετά  τη  νίκη στο  Κιλκίς  και  Λαχανά,  διέταξε  ανάπαυση  των  στρατευμάτων  το απόγευμα της 21ης και ανασύνταξη κατά την 22α Ιουνίου.  Για την 23η διέταξε το τμήμα Στρατιάς, υπό το Διοικητή της  Ι  Μεραρχίας  Στρατηγό  Εμμανουήλ Μανουσογιαννάκη,  θέτοντας  υπό  τις  διαταγές του τις  I,  VI  και VII Μεραρχίες,  να  ερευνήσει τον ορεινό όγκο των Κρουσίων και να φθάσει μέχρι τις διαβάσεις του Στρυμόνα.                                                                  

Η  VII  Μεραρχία,  έφθασε  νωρίς  στο  Όρλιακο (Στρυμονικό), όπου από την προηγούμενη είχαν φθάσει οι προφυλακές της.                                            

Η Ι Μεραρχία έφθασε το απόγευμα της 23ης στο Καγιαλί (Λιθότοπο),  πλησίον της σημερινής γέφυρας του φράγματος Κερκίνης.    Η VI  Μεραρχία  αφού περιπλανήθηκε  στα Κρούσια έφθασε κουρασμένη τα μεσάνυχτα στο Κιοσελή,  μικρό χωριό πλησίον του  Χειμάρρου.                                                                                                                                                                              

Την  18.30  ώρα  της  23ης Ιουνίου το  Γενικό  Στρατηγείο διατάσσει το Τμήμα  Στρατιάς  να  κινηθεί  προς  αποκατάσταση  της  επαφής  και καταστροφή  της  δυνάμεως  του Βούλγαρου Στρατηγού Σαράφωφ. Η δύναμη αυτή όμως, αφού  πρόβαλε μικρή αντίσταση στη Δοϊράνη,  κινήθηκε  προς τα Πορρόϊα  και από εκεί πήρε ανατολική κατεύθυνση καταδιωκόμενη από την Ταξιαρχία Ιππικού,  η  οποία είχε αναγνωριστική αποστολή.                                                                                                        

Το Τμήμα Στρατιάς,  διέταξε  τις  Ι  και VI Μεραρχίες να κινηθούν ακολουθώντας τη δεξιά όχθη του Στρυμόνα. Ο ποταμός τότε δεν είχε τη σημερινή του ροή,  αλλά  η  κοίτη  του  βρίσκονταν νοτιότερα και  άφηνε  στη  δεξιά  όχθη  τα  χωριά  Γόνιμο  και  Μεγαλοχώρι,  τα οποία  σήμερα,  μετά  την  εκτροπή της κοίτης, που έγινε το 1930, βρίσκονται  επί  της  αριστερής όχθης.  Ταυτόχρονα διέταξε να γίνει αναγνώριση του κάμπου με το ιππικό.

Την  23.00  ώρα  της  25ης  Ιουνίου το Τμήμα Στρατιάς εξέδωσε την παρακάτω διαταγή:                                                                                                                                
« Το Τμήμα Στρατιάς: Προς τας I και VI Μεραρχίας.                          
1. Ο εχθρός κατέχει το χωρίον Βέτρινα.  Εκατέρωθεν  της σιδηροδρομικής γεφύρας έχουσι τοθετηθεί περί τα 12-15 πυροβόλα. (4 τοπομαχικά  είχαν  τοποθετηθεί  στο  ύψωμα,  όπου  είναι  σήμερα  οι εγκαταστάσεις του Λόχου Διοικήσεως του Τάγματος).  Κατεσκευάσθη ξυλίνη  γέφυρα  500μ.  βορείως  σιδηροδρομικής  γεφύρας.  Έτεραι εχθρικαί δυνάμεις ευρίσκονται  εις Πούλιοβον (Θερμοπηγή) και Ράδοβον (Χαρωπό).  Το  χωρίον Χατζή Μπέϊλικ (Βυρώνεια), κατέχεται υπό ανταρτών. Η  διάβασις  Δεμίρ Καπού πιθανώς  κατέχεται  από  εχθρικό  πεζικό δυνάμεως περίπου Τάγματος.                          
2. Αύριον το Τμήμα Στρατιάς θα εξακολουθήση την πορεία του προς Βέτριναν, όπως απωθήση τον εχθρόν εκείθεν του ποταμού.                     
3. Αι Μεραρχίαι  Ι  και  VI θα βαδίσωσιν η μία κατόπιν της άλλης, προηγουμένης της Ι Μεραρχίας.  Η  Ι  Μεραρχία  θα  βαδίση  δια δύο φαλάγγων.  Αριστερά  φάλαγξ  δια  Τζαφερλή, Δερβέντι (Ακριτοχώρι),  Χατζή Μπεϊλίκ  (Βυρώνεια)  και η δεξιά δια της καροποιήτου οδού.  Η  VI  Μεραρχία  θα ακολουθήσει  την  καροποίητον οδόν τάσσουσα  το  Πυροβολικό  αυτής,  πλησίον  της  κεφαλής  της φάλαγγος. Εκκίνησις  της  μεν  Ι Μεραρχίας την 04.00 ώραν πρωίας αύριον, της δε VI Μεραρχίας την 04.45. Θα βαδίζω μετά της δεξιάς φάλαγγος της Ι Μεραρχίας.                                                                             
4. Η  VI  Μεραρχία  θα αποστείλη ένα Τάγμα μεθ’ ενός πυροβόλου υπο αξιωματικόν, το οποίον εκκινούν λίαν πρωϊ δι’ Άνω Πορρόϊα θα βαδίση  δια  της  ορεινής  διαβάσεως  Δεμίρ Καπού, όπως εκδιώξη τον εχθρόν και καταλάβη την διάβασιν ταύτην.                           
5. Αι  ημιλαρχίαι  Ιππικού,  αμφοτέρων  των  Μεραρχιών  και η αποσπασθείσα  εις  το Τμήμα Στρατιάς Ίλη υπό της Ταξιαρχίας Ιππικού,  αποτελούσαι  επιλαρχίαν  υπό  την  διοίκησιν   του  αρχαιοτέρου Ιλάρχου,  αναχωρούσαι  λίαν  πρωί  θα επιζητήσωσι την επαφήν μετά του εχθρού.  Μετά  την ανάπτυξιν των Μεραρχιών προς μάχην, το Ιππικόν θα ταχθή εις το δεξιόν.  Αι  ημιλαρχίαι των Μεραρχιών να αποσπάσωσιν αύριο, λίαν πρωί,  ανά τρεις ιππείς ως αγγελιαφόρους παρά τω διοικητή εκάστου Συντάγματος.                                        6. Αι  Μοίραι  πυρομαχικών  και  τα  μεταγωγικά Σώματος των Σωμάτων  δεν  θα ακολουθήσωσι τας φάλαγγας, αλλά θα συγκεντρωθώσι  την  06.00 ώραν της πρωίας εις Τζαφερλή, αναμένοντα ουχί πεφορτωμένα, νέας διαταγάς.
Το Τμήμα Στρατιάς – Μανουσογιαννάκης».                                                                                                                                                                                      
Οι  Βουλγαρικές  δυνάμεις  είχαν  οργανωθεί  για  ν’ αντιτάξουν άμυνα με την παρακάτω διάταξη:                                                                                                      

Στα υψώματα περί τη Βέτρινα από Κέσεσλικ (Αετοβούνι), μέχρι τη σιδηροδρομική γραμμή και τη δεξιά όχθη του Στρυμόνα, γύρω  και  μέσα  στο  χωριό,  καίτοι  οι Τούρκοι κάτοικοι βρίσκονταν μέσα σ’ αυτό,  ανέπτυξαν οι Βούλγαροι υπό το Στρατηγό  Σαράφωφ δύναμη  12 Ταγμάτων Πεζικού (2 τάγματα του 47ου Βουλγ. Συν/τος, ελθόντα οδικώς από την Κρέσνα,  2 τάγματα του 69ου Βουλγαρικού Συντάγματος,  τα  32  και  46  Βουλγαρικά Συν/τα Πεζικού)  και  δύο  πεδινές  πυρ/χίες  με  διοικητή  τον  Συν/χη Ριμπάρωφ. Στην αριστερή όχθη του Στρυμόνα,  από  τη σιδηροδρομική γέφυρα, μπροστά από τα λουτρά του Σιδηροκάστρου,  μέχρι  και το χωριό Ράδοβο (Χαρωπό),  ανέπτυξαν δύναμη  10  ταγμάτων πεζικού  (το 25ο Βουλγαρικό Σύνταγμα Πεζικού, το 7ο Εφεδρικό Σύνταγμα Πεζικού και τάγμα του 42ου Συν/τος Πεζικού), 3 Πεδινές Πυρ/χίες  και 4  Βαρέα Πυροβόλα (2 των 10 και 2 των 12). Ως εφεδρεία είχαν 12 Τάγματα Πεζικού και Πεδινό Πυροβολικό.                     

Ο ορεινός όγκος  του Μπέλλες (Κερκίνη)  περί  το Δεμίρ Καπού και  Καλέ  Μπαϊρ,  επιτηρούνταν  από 2 Τάγματα, με ορεινή Πυροβολαρχία και  το  όρος  Τσιγγέλι  (Άγκιστρο) με το υπόλοιπο  του    47ου  Συν/τος  Πεζικού. Για την ασφάλεια των μετόπισθεν από την πλευρά  της Στρώμνιτσας,  η  οποία  είχε  καταληφθεί από τον Ελληνικό στρατό  από  την  προηγούμενη ημέρα, αναπτύχθηκαν στα υψώματα του Πετριτσίου, (της Βουλγαρίας σήμερα),  τα  29ο και 67ο Βουλγαρικά Συντάγματα με Πεδινό Πυροβολικό.                                                                                                           
Το  Στρατηγείο  της  ΙΙ  Βουλγαρικής  Στρατιάς   αναπτύχθηκε στην Κρέσνα.                                                                                                                                                       
Αποστολή των Βουλγαρικών Μονάδων,  οι  οποίες  αναπτύχθηκαν στην περιοχή Βέτρινας - Σιδηροκάστρου,  ήταν η διατήρηση των θέσεων τους  μέχρι  το  βράδυ  της  27ης Ιουνίου,  για  να δοθεί καιρός να συμπτυχθούν το Πυροβολικό  και  τα μεταγωγικά της IV Βουλγαρικής Στρατιάς, δια της κοιλάδας του Στρυμόνα προς την Κρέσνα, οπότε  να  συμπτυχθούν  και αυτές προς βορρά. Για το σκοπό της ταχύτερης  και  ασφαλούς  συμπτύξεως τους, οι Μονάδες  αυτές έστειλαν τα μεταγωγικά  τους  και  το  βαρύ  Πυροβολικό  τους στην Κρέσνα, ενώ κράτησαν μόνο τα 4 τοπομαχικά στο ύψωμα της Βέτρινας.                   

Τα  4  τοπομαχικά  πυροβόλα υποδέχθηκαν,  από μεγάλη απόσταση την  προελαύνουσα  φάλαγγα του 4ου Ελληνικού Συν/τος και  αμέσως άρχισε να βάλλει εναντίον της το περί τη γέφυρα Πεδινό Πυροβολικό του εχθρού.  Τα  24 πυροβόλα που διέθεταν οι Βούλγαροι, άρχισαν ένα συνεχή κανονιοβολισμό  κατά  των  Ελληνικών  προφυλακών  μέχρι  το  βράδυ της 26ης Ιουνίου.                                                                                                                                        
Με άστοχα πυρά και χωρίς οικονομία πυρομαχικών  οι Βούλγαροι, έφραζαν το δρομολόγιο από το οποίο επρόκειτο  να  κινηθεί η δεξιά φάλαγγα. Από τα πυρά αυτά ανεφλέγησαν τα ξηρά σπαρτά και τα χόρτα,  των  οποίων  η  θερμότητα,  προστιθέμενη  στον  καύσωνα του ήλιου,  καθιστούσε  την  παραμονή των ανδρών στην περιοχή αφόρητη.                                                                                                                           

Το  επικεφαλής  των  Ελληνικών  προφυλακών 1ο Τάγμα του 4ου Συν/τος, όταν εβλήθη, αναπτύχθηκε και αφού προχώρησε λίγο καθηλώθηκε. Η παραπέρα προέλαση του κατέστη αδύνατη σε ακάλυπτο  έδαφος  και  υπό  σφοδρό  εχθρικό  κανονιοβολισμό,  χωρίς  τη συνδρομή  του  δικού  μας  πυροβολικού.  Τα  υπόλοιπα δύο Τάγματα του 4ου Συν/τος,  αφού  εξήλθαν  από το δρόμο, καλύφθηκαν στο ύψος του Σιδηροδρομικού σταθμού της Βυρώνειας,  κατά  μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής,  η  οποία  βρίσκονταν  εν  επιχώσει (υψηλότερα από το έδαφος)  και  περιβάλλονταν  δεξιά  και  αριστερά  από υψηλά δένδρα, χόρτα και καλαμιές σε μεγάλο μήκος.  Το ίδιο έκανε και το 2ο Σύνταγμα Πεζικού, το οποίο ακολουθούσε.                                                                                                                                                                                                                                    
Οι δύο ορειβατικές πυροβολαρχίες,  ταχθείσες  προς πυροβόληση  στο  Σιδηροδρομικό Σταθμό της Βυρώνειας,  άρχισαν  να  βάλουν περί την 10.30΄ πρωινή,  αλλά γρήγορα έπαυσαν τα πυρά μετά τη διαπίστωση ότι αδυνατούσαν λόγω βεληνεκούς (8 χλμ μέγιστο) να προσβάλουν τον εχθρό.                                                                                                   

Η  προώθηση  νότια της σιδηροδρομικής γραμμής ήταν αδύνατη, διότι το έδαφος από  το  μέρος   εκείνο  ήταν άβατο  λόγω  των  υπαρχόντων  ελών. Ο Στρατηγός όμως Μανουσογιαννάκης, προ αυτής της καταστάσεως, που καθιστούσε αδύνατη τη συνέχιση της προέλασης,  αλλά  και  των μεγάλων απωλειών, που θα είχε η επιμονή στη συνέχιση της προέλασης, εξέδωσε την παρακάτω διαταγή  προς  το Διοικητή του  4ου Συντάγματος:                                                                                                                                                        

«26 Ιουνίου 1913, ώρα 11 πρωίας.

Συν/χην Οικονομίδην.  
Δεδομένου  ότι  το  πυροβολικόν  δεν  ηδυνήθη  εισέτι να ταχθή προς πυροβόλησιν  και  ότι  άνευ  υποστηρίξεως  τούτου  αι  απώλειαι θα είναι μεγάλαι, να οχυρωθήτε εις καταλλήλους θέσεις επιτηρούντες τον εχθρόν και προσωρινώς να μη προελάσητε περαιτέρω.                                                                                                                                                                     
                                                                  Ο Μέραρχος Μανουσογιαννάκης».                    

Κατόπιν  αυτής  της διαταγής  και το άλλο Τάγμα του 4ου   Συντάγματος αποσύρθηκε  προς  τη  σιδηροδρομική  γραμμή. Στις θέσεις αυτές παρέμειναν τα δύο τάγματα μέχρι το βράδυ, υπό καύσωνα και κάτω υπό τα αδιάκοπα πυρά του εχθρικού πυροβολικού,  αδρανούντα και μη δυνάμενα  να προχωρήσουν,  ούτε να βάλουν, παρά τις σημαντικές απώλειες που υφίσταντο.                                                                                          

Η αριστερή φάλαγγα  με οδηγό τον Κ. Παρθένη, ο οποίος κατάγονταν από τη Ράμνα, ξεκίνησε την 03.30΄ πρωινή.  Ακολουθώντας το δρομολόγιο  που  της καθορίσθηκε και δια ημιονικής οδού επί των νοτίων υπωρειών του Μπέλλες,  έφθασε  την 10.00 ώρα προ του χωριού Κέσεσλικ, χωρίς αντίσταση.  Προ  του χωριού όμως, εβλήθη η εμπροσθοφυλακή της φάλαγγας (3ο Τάγμα), από αντάρτες του  Βουλγαρικού  στρατού,  οι  οποίοι είχαν ακροβολισθεί στα εντός του χωριού και βορείως αυτού υψώματα. Το Τάγμα αφού αναπτύχθηκε κατόρθωσε χωρίς μεγάλη δυσκολία να άρει την αντίσταση.                                                
Από  την  κατεύθυνση  των υποχωρούντων ατάκτων και από αναγνωρίσεις ο διοικητής της φάλαγγας εκτιμούσε  ότι δεν θα ήταν δυνατό να προωθηθεί προς τη Βέτρινα, χωρίς  την εξασφάλιση  του αριστερού του πλευρού,  το οποίο απειλείτο από ανταρτικά  τμήματα του εχθρού,  που θα κατείχαν τα δεσπόζοντα αντερείσματα  του  Μπέλλες. Το έδαφος προς την πλευρά εκείνη είναι πολύ ανώμαλο,  δύσβατο και καλυμμένο  από  θάμνους.  Διαμορφώνεται  από  αλλεπάλληλες σειρές αντερεισμάτων,  που  κατέρχονται  από  την κορυφογραμμή προς τους πρόποδες και διαχωρίζονται από βαθιές χαράδρες,  οι οποίες σε ορισμένα σημεία είναι αδιάβατες ακόμη και κατ’ άνδρα.  Συνεπώς, έπρεπε,  όπως εκτιμούσε,  να  καταληφθούν  προ  της  επιθέσεως κατά της Βέτρινας τα υψώματα πάνω από το χωριό  μέχρι τη σιδηροδρομική γέφυρα, τα οποία οι  Βούλγαροι  είχαν  ενισχύσει  με  πρόχειρα αμυντικά έργα και προπαρασκεύασαν  επιμελώς  την άμυνα για την εξασφάλιση της γέφυρας αυτής.                                                                                                 

Κατόπιν συμπλοκής  με  τμήματα  των  προφυλακών μάχης του εχθρού,  κατελήφθησαν  από  τα τμήματα των εμπροσθοφυλακών του 5ου Συν/τος,  τα  πρώτα  αντερείσματα προελαύνοντας αργά και επίπονα.  Το μεσημέρι όμως, ειδοποιήθηκε από αξιωματικό του επιτελείου, να παραμείνει στις θέσεις τις οποίες κατείχε,  διότι  η  κίνησή του δεν μπορούσε να συνδυασθεί  με  τη κατά μέτωπο επίθεση της δεξιάς φάλαγγας, η οποία ελλείψει πεδινού πυροβολικού,  είχε αναγκασθεί ν’ ανακόψει την προέλασή της.                                                                                                                                                                        
Η VI Μεραρχία έλαβε διαταγή,  με  την έναρξη της μάχης να  προχωρήσει  και  ν’  αναπτυχθεί  δυτικά του χωριού Βέτρινα, ενώ η  VII Μεραρχία  να προωθήσει τη Μοίρα Πετμεζά,  που  αποτελούνταν  από τρεις πυροβολαρχίες και να διατεθεί  προς  υποστήριξη  της  VI  Μεραρχίας, διότι η έλλειψη  πεδινού  πυροβολικού  έγινε  αισθητή  από την αρχή. 

Λόγω  όμως της βραδύτητας που παρουσιάσθηκε στη διαβίβαση της διαταγής,  η  VII  Μεραρχία,  μόλις το μεσονύκτιο διέταξε την αναχώρηση της Μοίρας του Πυροβολικού.  Με  οπτικό σήμα (Μόρς), αναφέρθηκε από το Καγιαλή, η αναχώρηση της,  όπως παρακάτω:                                                                 
«Καγιαλή 26 Ιουνίου 1913, ώρα 12.35΄μ.μ.                                                            
Προς Τμήμα Στρατιάς:                                                                                                           
 Ταύτην την στιγμήν διετάχθη Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού αναχωρήση το ταχύτερον.                                                                                                                                                                                                                              
VII Μεραρχία, Σωτήλης».           

Την  13.00  ώρα  της  26ης  Ιουνίου  κλήθηκε  στο  Στρατηγείο  ο Διοικητής  του 1ου  Συντάγματος Ευζώνων, Αντισυνταγματάρχης Παπαδόπουλος Διονύσιος,  ο  οποίος  διατάχθηκε  προφορικά  να βαδίσει και αυτός με το Σύνταγμα του  προς  την  κατεύθυνση  που βάδιζε και το 5ο Σύνταγμα Πεζικού,  για να πιέσει και απειλήσει το δεξιό πλευρό του εχθρού.  Ο Αντισυνταγματάρχης Παπαδόπουλος υπέβαλε αργότερα την παρακάτω αναφορά:                                                                     

« 26 Ιουνίου, ώρα 03.30΄ εσπέρας.                         
Προς τον Διοικητήν του Τμήματος Στρατιάς.                                                     
Έφθασα ταύτην την στιγμήν εις  Κέσισλικ,  αλλ’  εννοηθείς (γενόμενος αντιληπτός) υπό του εχθρού,  εβλήθην  υπό πυροβολικού. Ελλείψει  οδηγού δεν ηδυνήθην εισέτι αναγνωρίσω το έδαφος.  Έφθασα με  άνδρας  λίαν  εξηντλημένους  εκ  ζέστης  και  έσχον  7  κρούσματα ηλιάσεως.  Το  Τάγμα  Κρητών δεν κατόρθωσα να το συντάξω εισέτι. Εάν μετέβαινον εκ Ράμνας μετά δύο πυροβόλων η επιχείρησις μου θα εστέφετο  υπό  πλήρους  επιτυχίας,  διότι  θα  ευρισκόμην άνωθεν του εχθρού, εντελώς απαρατήρητος.  Εάν  είναι  δυνατόν  να  διαταχθή να πορευθή  κατά της Βέτρινας  ο Ταγματάρχης  Βελισσαρίου  μεθ’  ενός πυροβόλου  και  δύο πολυβόλων,  όστις  από της πρωίας απεστάλη εις Δεμίρ Καπού,  πολύ  θα  διευκολύνη το έργον μας αύριον την πρωϊαν. Ετραυματίσθησαν ο λοχίας,  όστις με ηκολούθει ως σύνδεσμος και είς στρατιώτης.  Δ. Παπαδόπουλος».                                                                                                                               
Την 13.15΄ ώρα της 26ης Ιουνίου διατάχθηκε επίσης, η υπό τον Αντισυνταγματάρχη  Βάλβη  ορειβατική Μοίρα, η οποία είχε διατεθεί στην VI Μεραρχία,  ν’  αναγνωρίσει θέσεις και υποστηρίξει την κίνηση της αριστερής φάλαγγας,  η  οποία από ώρα ήδη, είχε προσελκύσει πάνω της τα πυρά του εχθρικού πυροβολικού.  Δυστυχώς όμως, μέχρι  το βράδυ  δεν  κατέστη  δυνατό  να βρει μία θέση για να ταχθεί προς πυροβόληση, λόγω μικρού βεληνεκούς των πυροβόλων της.

Περί την 16.00 ώρα ο φοβερός εχθρικός κανονιοβολισμός, αφού έμεινε  όλη  την  ημέρα  χωρίς  απάντηση από το δικό μας ορειβατικό πυροβολικό, εκτός από ένα μικρό διάστημα κατά το οποίο έβαλε η πυροβολαρχία Κουρούκλη, μετριάσθηκε και μετά από λίγο κόπασε. Το 5ο  Σύνταγμα  σταδιακά  είχε  προχωρήσει  και  κατέλαβε τα δεσπόζοντα  της  Βέτρινας  αντερείσματα,  τα  οποία κατείχε ο εχθρός και τα είχε ενισχύσει με ορύγματα. Επειδή όμως,  το αριστερό πλευρό του Συντάγματος αυτού δεν ήταν εξασφαλισμένο  και  είχαν φανεί μερικές ύποπτες κινήσεις του εχθρού προς τα βορειότερα αντερείσματα, τα δύο Τάγματα υπό τον Αντισυνταγματάρχη Παπαδόπουλο  αναπτύχθηκαν  κατά τη νύχτα,  στο  αριστερό  του  5ου  Συντάγματος,  για  να συνεχίσουν την επομένη τον αγώνα, όπως και έγινε.                                                       

Για το βράδυ της 26ης Ιουνίου το Τμήμα Στρατιάς, εξέδωσε την παρακάτω διαταγή,  η  οποία  με  την  επέλευση  του  σκότους άρχισε να υλοποιείται:                                                                                                                                                     
«26 Ιουνίου ώρα 06.00 εσπέρας.                                                                             
Προς τας I και VI Μεραρχίας.                                                                                                    
1. Ο εχθρός  εξακολουθεί  κατέχων  την  είσοδο της κλεισωρίας Δερβέντι.
2. Το Τμήμα της Στρατιάς  θα  διανυκτερεύσει  επί  του  πεδίου της μάχης.          3. Το 5ον Σύνταγμα Πεζικού και  το  1ον  Σύνταγμα Ευζώνων  θα παραμείνωσιν εις ας θέσεις κατέχουσι  κατά  την  επέλευση  του  σκότους, τοποθετούντα  ιδίας  προφυλακάς μάχης. Η VI Μεραρχία παραμένουσα, όπου έχει καταυλισθή,  να  θέση προφυλακάς εκ δύο Ταγμάτων  από  ανατολικής  παρυφής  χωρίου  Χατζή  Μπεϊλικ κατά μήκος του  εκείθεν  αρχομένου   και   νοτίως   βαίνοντος  αντερείσματος  του Μπέλλες,  μέχρι  της συναντήσεως της προεκτάσεως τούτου μετά της σιδηροδρομικής γραμμής.  Το  3ον  Σύνταγμα  Πεζικού,  να  επεκτείνη την  γραμμήν ταύτην των προφυλακών,  νοτίως  της  σιδηροδρομικής γραμμής κατά έν χιλιόμετρον περίπου, δι’ ενός Τάγματος. Το 4ον Σύνταγμα Πεζικού και τα υπολειπόμενα δύο Τάγματα του 2ου  Συντάγματος Πεζικού, συγκεντρούμενα  θα καταυλισθώσιν εις το ύψος του καταυλισμού της VI Μεραρχίας και νοτίως αυτού. Αι παρά την σιδηροδρομικήν γραμμήν δύο ορειβατικαί πυροβολαρχίαι  της  Ι Μεραρχίας θα συγκεντρωθώσι  και  θα  καταυλισθώσι μεταξύ της VI Μεραρχίας και των Συνταγμάτων Πεζικού της Ι Μεραρχίας. Αι ανωτέρω μετακινήσεις των 2ου και 4ου Συνταγμάτων Πεζικού, ως και του ορειβατικού θα εκτελεσθώσιν άμα τη επελεύσει του σκότους.                                                                                                                                            
4. Θα διανυκτερεύσω όπισθεν του καταυλισμού  των  Σωμάτων της Ι Μεραρχίας, όπου ν’ αποσταλώσιν σύνδεσμοι.                                                        
5. Σύνθημα Γερμανός- Πάτραι.                                                                                                                                                                                     
ΕμμανουήλΜανουσογιαννάκης»                                                                                                                                                                          
Η  VI  Μεραρχία  κατόπιν  της  διαταγής  αυτής διανυκτέρευσε στις θέσεις που βρίσκονταν, εξασφαλίζοντας την οδό  Ράμνας-Βέτρινας διαθέσασα  ως προφυλακές  το  2ο  Τάγμα  του  17ου  Συντάγματος προ του Χατζή Μπεϊλίκ (Βυρώνεια).                                                                                      
Το απόσπασμα Βελισσαρίου,  το  οποίο είχε σταλεί από το πρωί στη διάβαση Δεμίρ Καπού, επι της κορυφογραμμής του Μπέλλες που βρίσκεται  ακριβώς  πάνω  από  τα  Άνω Πορρόϊα,  εκδίωξε  με έφοδο τους Βουλγάρους από εκεί περί την 13.30΄ώρα και εγκαταστάθηκε επ’ αυτής αμυντικά.  Η  υπό τον Ίλαρχο Βαρδή Επιλαρχία διανυκτέρευσε στη Μπρούσνα (Γόνιμο) και η νύχτα πέρασε χωρίς κανένα επεισόδιο. 
Κατά  τη  διάρκεια της νύχτας,  το  Γενικό Στρατηγείο εξέδωσε στις 23.30΄την παρακάτω διαταγή:                                                                                                         

«Γενικόν Στρατηγείον 26-6-1913 ώρα 11.30΄.                                     
Προς το Τμήμα Στρατιάς Μανουσογιαννάκη.                                   
1. Αι ΙΙ, ΙΙΙ, IV, V, και X Μεραρχίαι μετά διήμερον αγώνα κατέλαβον τα προς Στρώμνιτσαν στενά  κατελθούσαι με τας εμπροσθοφυλακάς  των  μέχρι  πεδιάδος.  Ο  εχθρός υπεχώρησεν εκ Στρωμνίτσης, πιθανώς προς Μπέροβα Πέτσοβο. Επίσης τμήματα υπεχώρησαν προς Πέτριτς. Ο εις Ιστίπ εχθρός υπεχώρησεν αμαχητί προς Τσάρεβο Σέλο και Πέτσοβο, ακολουθούμενος υπό Σέρβων.                
2. Η Ταξιαρχία Ιππικού  μεταβαίνει  αύριον  προς Στρώμνιτσαν και θα ερευνήση προς Μπέροβα και Πέτριτς.                                                                       
3. Τίθημι υπό τας διαταγάς υμών βαρύ πυροβολικόν  εκ 5 πυροβόλων των 10,5 και 6 πυροβόλων των 12,  όπως εάν παραστή ανάγκη, χρησιμοποιήσετε τούτο  κατά της εχθρικής θέσεως.  Το  πυροβολικόν τούτο ευρίσκεται εις στενόν Δοβά Τεπέ. Ο  Διοικητής του, λοχαγός Διγενής, διετάχθη να συννενοηθή μεθ’ υμών τηλεφωνικώς εκ στενού Δοβά Τεπέ. Εάν αντιληφθήτε ότι ο εχθρός υποχωρή, καταδιώξατε αυτόν κατά πόδας.                                                                        
4. Το  Γενικόν   Στρατηγείον   παραμένει   εις   σιδηροδρομικόν σταθμόν Δοϊράνης.                                                                                                                                                                                                                                                                  Κωνσταντίνος Β΄».                                                                                                                                                                                               
Το  διατιθέμενο  βαρύ  πυροβολικό  δεν κατέφθασε έγκαιρα και δεν χρησιμοποιήθηκε. Την 03.00 ώρα όμως της 27ης Ιουνίου έφθασε η Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού  της VI Μεραρχίας  και  τάχθηκε μέχρι το ξημέρωμα επί των ανατολικά του Κέσεσλικ υψωμάτων.    

Τα  χαράματα  ξανάρχισε  ο  αγώνας, με το εχθρικό πυροβολικό να βάλλει δυτικά της Βυρώνειας  και  κατά  των  τμημάτων στην πρώτη γραμμή.  Το  1ο  Σύνταγμα  Ευζώνων  και το  5ο  Σύνταγμα Πεζικού από το πρωί κέρδιζαν έδαφος εκτοπίζοντας  τον εχθρό από διαδοχικές θέσεις. Την 05.40΄ ο Αντισυνταγματάρχης Παπαδόπουλος ανέφερε:  

«27 Ιουνίου ώρα 05.40΄πρωϊνή.                                                                               
Κον Διοικητήν Τμήματος Στρατιάς,  Υποστράτηγον  Μανουσογιαννάκην.                            Σήμερον  την  πρωίαν  περί  ώραν  4ην  ενήργησα  δι’ ενός λόχου επιθετικήν  αναγνώρισιν  βορείως  του  χωρίου  Βέτρινα,  εντός του οποίου υπάρχει δύναμις δύο ταγμάτων εντός ταχυσκάπτων.  Εάν  είχον έν πυροβόλον  θα  την  εξεδίωκον  εκείθεν ευχερέστατα και άνευ πεζικού.  Κατέχω  θέσεις  δεσποζούσας και παρέχω πλήρην ασφάλειαν εις αριστερόν του Τμήματος Στρατιάς.  Δια των δυνάμεων μου μόνον δύναμαι να εκδιώξω τον εχθρόν,  αλλά  φοβούμαι  μήπως η μεμονωμένη αυτή ενέργειά μου  προκαλέση την συγκέντρωσιν του εχθρικού πυροβολικού εναντίον μου  και αναγκασθώ να υποχωρήσω.  Θα συνδυάσω έγκαιρον  επίθεσίν  μου  με  την  κατά μέτωπον των άλλων Συνταγμάτων και τότε είμαι βέβαιος ότι θα συλλάβωμεν πάντας αιχμαλώτους ή θα τους ρίψωμεν εις τον ποταμόν.  Εξέλεξα θέσιν κατάλληλον και δια τα δύο πολυβόλα μου, τα οποία οι πολυβοληταί μου μεταφέρουσιν επ’ ώμου.  Μετά  Βελισσαρίου  δεν  συνεδέθην  εισέτι,  καίτοι  απέστειλα συνδέσμους.                                    
                                                           Διον. Παπαδόπουλος».

Την  07.00  ώρα  η  επίθεση  γενικεύθηκε σε όλη τη γραμμή του μετώπου.  Η  Πεδινή  Μοίρα  αρχίζοντας  βολές   κατά  του   εχθρικού πεζικού,  διευκόλυνε  την  προώθηση  των τμημάτων μας, αλλά το εχθρικό  πυροβολικό  ανενόχλητο  έβαλε  συνεχώς κατά των προελαυνόντων στρατευμάτων. Παρά τα εχθρικά πυρά πυροβολικού, το 1ο Σύνταγμα Ευζώνων ορμά  κατά  του  χωρίου  Βέτρινα,  περνώντας  προ του μετώπου του 5ου Συντάγματος  και  καταλαμβάνει το χωριό περί την 08.00 ώρα,  οπότε και ανέφερε την 08.15΄τα εξής:                                                  

«Κύριον Μανουσογιαννάκην Διοικητήν Τμήματος Στρατιάς.    
Κατέλαβον το χωρίον εκτοπίσας τον εχθρόν από των θέσεων άς κατείχεν, εις ανώτερα υψώματα βορείως Βέτρινας, μέχρις ενταύθα εξ 7 διαδοχικών υψωμάτων. Εχθρός υποχωρεί προς βορράν.                                                                                                                                      
                                                   Διον. Παπαδόπουλος».                                                                                                                    
Η Μεγάλη Μάχη του Δεμίρ Ισσάρ σε λιθογραφία Β. Παπαχρυσάνθου
και έκδοση Β. Χρηστίδη.

Η πολύνεκρη Μάχη και κατάληψη του Δεμίρ Ισσάρ από το Μανουσογιαννάκη.
« Κι’ αν της ειπούν πως έπεσα σαν μάννα ας με κλάψη.
Κι’ ένα κερί στην εκκλησιά ας πάγη να μ’ ανάψη»

Σύμφωνα  με  αφήγηση  των  κατοίκων, που παρακολουθούσαν τη  μάχη,  τα  Ελληνικά  τμήματα  προωθούμενα  προς  το  βουνό από ύψωμα σε ύψωμα, έφθασαν και στο μέρος εκείνο,  όπου κρύβονταν οι κάτοικοι του χωριού,  οι  οποίοι  έσπευσαν  με ακράτητο ενθουσιασμό και  δάκρυα  χαράς  στα μάτια,  να υποδεχθούν και να εξυπηρετήσουν τα κουρασμένα και καταϊδρωμένα από τη ζέστη ευζωνάκια, επικεφαλής των οποίων ήταν ο μετέπειτα στρατηγός Γεώργιος Κονδύλης.    Ταυτόχρονα  με  την  επίθεση  του  1ου  Συντάγματος  Ευζώνων, προωθήθηκε και το 5ο Σύνταγμα διά της καταλήψεως αλλεπάλληλων υψωμάτων, από τα κατερχόμενα  προς  το Ρούπελ   αντερείσματα.            Τα  υπερκείμενα  όμως  της  Βέτρινας  υψώματα,  όπου σήμερα βρίσκεται  ο  λόχος  διοικήσεως  του  Τάγματος  προκαλύψεως, πάνω από  το  κτίριο του Δημαρχείου σήμερα, ήταν ακόμη καλά οργανωμένα.  Γι’ αυτό  χρειάζονταν  ακόμη  μία  προσπάθεια  για  την  κατάληψη τους και την απαλλαγή του χωριού από την πίεση και τα πυρά των τεσσάρων τοπομαχικών πυροβόλων.                                          

Πορεία προς το Σιδηρόκαστρο (Αρχείο Δ.Ι.Σ)

Για την κατάληψη τους κινήθηκε την  09.00 ώρα  λόχος  Ευζώνων, υπό το Λοχαγό Γεώργιο Ε. Παπαδόπουλο, εκδηλώνοντας γενική επίθεση και έφοδο με εφ’ όπλου λόγχη.  Κατά  την έφοδο αυτή, ο γενναίος Λοχαγός με το περίστροφο στο χέρι και οδηγώντας τους άνδρες του ατρόμητος,  έπεσε ηρωϊκά μαχόμενος προ των εχθρικών χαρακωμάτων, τραυματισθείς θανάσιμα από εχθρική σφαίρα.  Ο θάνατος του εμψύχωσε ακόμη περισσότερο τους Ευζώνους,  οι  οποίοι ακάθεκτοι πλέον και με τη χαρακτηριστική ιαχή «αέρα»,  μέσα σε λίγο χρόνο σάρωσαν τα δύο οχυρά,  κατέλαβαν  τα τέσσερα πυροβόλα  και αφού  εκτόπισαν  δια  της  λόγχης  και  τους  ολίγους  εναπομείναντας Βούλγαρους  στρατιώτες,  τους  κυνήγησαν  προς  το Στρυμόνα, όπου συνέρρεαν, άτακτοι και φυγάδες, απ’ όλα τα σημεία του μετώπου.                   

Ο τάφος του ήρωα Λοχαγού Γεωργίου Παπαδόπουλου,  στο σημείο όπου φονεύθηκε διατηρείται  μέχρι  σήμερα  με τη φροντίδα των ανδρών του Τάγματος, του οποίου το όνομα φέρει και το στρατόπεδο του Ν. Πετριτσίου.                Χαρακτηριστικό δείγμα του θάρρους, της τόλμης, της ανδρείας  του πνεύματος αυτοθυσίας και της πολεμικής αρετής των μαχόμενων Ελλήνων Αξιωματικών  και  Οπλιτών  είναι  και  η  εικόνα  την οποία αντίκρισαν  αυτοί  που επισκέφθηκαν ευθύς αμέσως το πεδίο της μάχης.  Διηγούνται  ότι  ένας  Έλληνας  λοχίας  των  Ευζώνων  και  ένας Βούλγαρος στρατιώτης βρέθηκαν νεκροί, ο πρώτος έξω από το χαράκωμα  και ο δεύτερος μέσα σ’ αυτό,  έχοντας  διαπεράσει αμοιβαία με τις ξιφολόγχες τα κορμιά τους.       

Ήδη από την 08.00 ώρα το πρωί της 27ης Ιουνίου είχε αρχίσει η γενική υποχώρηση των Βουλγάρων , η οποία δεν άργησε να μετατραπεί σε άτακτη φυγή.  Ολόκληρη η έκταση της δεξιάς όχθης του Στρυμόνα, από τη Βέτρινα μέχρι την επί του ποταμού σιδηροδρομική γέφυρα, κατακλύσθηκε από διεσπαρμένους άτακτους και πανικόβλητους Βουλγάρους στρατιώτες,  οι  οποίοι  έφευγαν  τρέχοντες  προς τη στενωπό του Ρούπελ.  Κάποια στιγμή η φυγή απαγορεύθηκε από συντεταγμένα Βουλγαρικά Τάγματα, τα οποία επιχείρησαν να συγκρατήσουν και να σταματήσουν τους υποχωρούντες στρατιώτες. Η προσπάθεια όμως αυτή δεν κράτησε πολύ,  καθ’  όσον  παρασύρθηκαν και τα τάγματα αυτά από το ρεύμα των υποχωρούντων.                                                                                     

 
Ο Στρατηγός Μανουσογιαννάκης παρακολουθεί την εξέλιξη των Επιχειρήσεων με τους Επιτελείς του.

Ταυτόχρονα και τα επί της αριστερής όχθης του Στρυμόνα ανεπτυγμένα Βουλγαρικά τμήματα, όταν είδαν τους Έλληνες στρατιώτες του  5ου  Συντάγματος να κατέρχονται τ’ αντερείσματα του Μπέλλες, που οδηγούν προς τη στενωπό του Ρούπελ  και φοβούμενα  μην  αποκοπούν, άρχισαν  να  υποχωρούν  κανονικά, αλλά γρήγορα  η υποχώρηση τους  μετατράπηκε  σε  άτακτη φυγή, η οποία γενικεύθηκε.                                                                 
Η  άριστη  εκμετάλλευση  από  τους Βουλγάρους του πυροβολικού τους,  αλλά  και η μεγάλη εξάντληση από τον καύσωνα των ανδρών του Τμήματος Στρατιάς,  δεν επέτρεψαν την άμεση καταδίωξη των υποχωρούντων τμημάτων.  Έτσι  δόθηκε πολύτιμος χρόνος για  την  πλήρη  υποχώρηση του εχθρού,  ο  οποίος  υπέστη τεράστιες απώλειες σε έμψυχο υλικό.                                                                  

Τα Βουλγαρικά πυροβόλα  κινούμενα  με  άλματα  υποστήριζαν ανά ζεύγη τα υποχωρούντα τμήματα,  ενώ  κατά  των  υποχωρούντων έβαλαν  μόνο  δύο  Ελληνικές  ορειβατικές  πυροβολαρχίες,  οι  οποίες κατόρθωσαν να ταχθούν, αλλά χωρίς αποτελέσματα λόγω του μικρού τους βεληνεκούς.                                                          



Επισκρυή γέφυρας Στρυμόνα

                          

Διάβαση πρόχειρης γέφυρας

Την 09.30 ώρα πρωινή της  27ης Ιουνίου  το 5ο Σύνταγμα ανέφερε  ότι  ανατινάχθηκε  η  σιδηροδρομική  γέφυρα, ενώ  το  μεσημέρι ο Διοικητής του 1ου Ευζωνικού Συντάγματος,  έστειλε  την παρακάτω αναφορά:                                                                                                                                        
«27 Ιουνίου ώρα 12 μ.                                                                                                  
Κον Διοικητήν Τμήματος Στρατιάς Μανουσογιαννάκην Υποστράτηγον.                              

Λαμβάνω την τιμήν  ν’ αναφέρω ότι,  καίτοι  έσπευσα υπό δραστικόν πύρ πυροβολικού,  μετά  του Ταγματάρχου Κολοκοτρώνη  και 50 μόλις οπλιτών,  υπό  τον Λοχαγόν  Καραχρήστον του Συντάγματος μου, να καταλάβω την γέφυραν, δυστυχώς έφθασα ολίγον αργά, διότι ανετινάχθη το μεσαίον τόξον της γεφύρας καθ’ όλον το πλάτος και εις μήκος δύο βάθρων, δηλαδή έως 25 μέτρων.  Κατόρθωσαν να διαβώσι την αντίπεραν όχθη περίπολοι προς ανίχνευσιν  και ανακάλυψιν τυχόν εγκαταλειφθέντος υλικού.  Τον  αριθμόν  των  φονευθέντων και τραυματισθέντων του Συντάγματος μου αγνοώ.                                                                                                                                                               Διον. Παπαδόπουλος».                        

Το  4ο  Σύνταγμα  την 08.30΄ πρωινή αναπτύχθηκε σε θέση αναμονής στο ρεύμα παρά το χωριό Κέσεσλικ,  πίσω από το 5ο Σύνταγμα. Το 2ο Σύνταγμα την 10.45΄διατάχθηκε  και αναπτύχθηκε πίσω από το Τάγμα,  το οποίο  είχε  ορίσει ως προφυλακές,  ανεπτυγμένο νότια της σιδηροδρομικής γραμμής.                                                           

Την 14.00 ώρα η Ι Μεραρχία συγκεντρώθηκε και στρατοπέδευσε περί το χωριό Βέτρινα, εγκαθιστώντας προφυλακές  προς  το βορρά δια του 4ου Συν/τος.  Το  1ο  Σύνταγμα Ευζώνων αναπτύχθηκε περί τη σιδηροδρομική γέφυρα  και το 17ο Σύνταγμα (2 Τάγματα) Ν.Α της Βέτρινας.                                                                                                                       

Η VI Μεραρχία την 11.15΄ ώρα έλαβε την ακόλουθη διαταγή:

«Το Τμήμα Στρατιάς                                                                                                      
Προς την VI Μεραρχίαν.                                                                                             
Μετά  της  υπό  τας  διαταγάς σας  υπολοίπου δυνάμεως, ήτοι 4 Ταγμάτων και 2 ορειβατικών πυροβολαρχιών,  εις  την οποία διέταξα να προστεθή και μία ορειβατική πυροβολαρχία της  Ι  Μεραρχίας,  να διαβήτε  τον  ποταμόν  δια  του  ευρισκομένου πόρου πλησίον του χωρίου Μπρούσνα (Γόνιμο),  αβαθούς  και διαβατού κατά τας πληροφορίας του Ιππικού  και  να  διευθυνθήτε  προς  κλεισώριαν Δερβέντι, όπως καταδιώξητε τον υποχωρούντα ατάκτως και διευθυνόμενον προς βορρά εχθρόν.  Το  2ον  Σύνταγμα  διετάχθη  να  καταλάβη θέσιν παρά τον πόρον,  όπως  εξασφαλίση  εν  πάση  περιπτώσει την διάβασιν του πόρου.                  
                                                                                       Μανουσογιαννάκης».                                                                                             
Η  VI  Μεραρχία  πράγματι  ξεκίνησε  την  14.00  ώρα  και  την 19.00  έφθασε  στο Σιδηροδρομικό Σταθμό  Στρυμόνα ( Παλαιό Σταθμό Σιδηροκάστρου), όπου εγκαταστάθηκε.  Διέταξε  επίσης,  όπως  το 9ο Τάγμα Ευζώνων  να  κατέλθει πάλι στη Βυρώνεια και να ενωθεί με τη Μεραρχία στο Σιδηρόκαστρο.  Το  17ο  Σύνταγμα  Πεζικού  και το 1ο Σύνταγμα Ευζώνων διατάχθηκαν  να  περάσουν  τον ποταμό και να συνενωθούν με τη Μεραρχία.       

Οι  απώλειες  κατά  τη  διήμερη  μάχη του  Δεμίρ-Ισσάρ ανήλθαν:

Από την Ι Μεραρχία:  Φονευθέντες 4 οπλίτες. Τραυματισθέντες 3 Αξιωματικοί και 72 οπλίτες. Αγνοούμενοι 36 οπλίτες.                                              
Από την VI Μεραρχία:  Φονευθέντες 1 Αξιωματικός  ο Γ.Ε Παπαδόπουλος,  34 οπλίτες.  Τραυματισθέντες  1 Αξιωματικός  και 131 οπλίτες.                                                                                                                                                  
Λάφυρα:  4  τοπομαχικά πυροβόλα,  8 βλητοφόρα,  πλήθος  οβίδων  και  η  αποθήκη  του  Σιδηροδρομικού Σταθμού Σιδηροκάστρου γεμάτη κριθάρι, αλεύρων, ζάχαρης, τυριών κ.λ.π.                     

Η  VII  Μεραρχία  την  ημέρα αυτή,  παρέμεινε  επιτηρούσα  το Στρυμόνα.  Την  προηγουμένη  είχε  αποσταλεί στις Σέρρες συνεργείο του Μηχανικού,  για  την καταστροφή έργων επί της σιδηροδρομικής γραμμής.  Το  συνεργείο  επέστρεψε το πρωί της 27ης Ιουνίου και ανέφερε ότι πουθενά δεν συνάντησε εχθρικά τμήματα,  αλλά προέβη στις καταστροφές,  ενώ  η  πόλη των Σερρών φρουρείται από πολιτοφυλακή, την οποία οργάνωσε ο Μητροπολίτης.                           

Η ωμή όψη του Πολέμου στο Πετρίτσι της Βουλγαρίας σήμερα. Πιθανόν νεκροί της Ταξιαρχίας Ιππικού, μετά την κατάληψη της Στρώμνιτσας    και του Σιδηροκάστρου (26 και 27 Ιουνίου 1913)

                               
Είσοδος Ελληνικού στρατού στο Δεμίρ Ισσάρ-Σιδηρόκαστρο (Αρχείο ΔΙΣ)

Την 28η  Ιουνίου  συνεχίσθηκε  η  προέλαση  των  Ι  και  VI Μεραρχιών, ενώ η VII αποσπάσθηκε από το Τμήμα Στρατιάς Μανουσογιαννάκη. Η Ι  Μεραρχία δια της δυτικής όχθης του Στρυμόνα, χωρίς αντίσταση έφθασε  την  17.00  ώρα  στο χωριό  Μιτνίεβο,  βόρεια  του Πετριτσίου  μέσα  στη  Βουλγαρία,  ενώ  η  VI την 20.00 ώρα, δια του Ρούπελ και χωρίς καμία αντίσταση  στο Μαρικοστένοβο. Οι αναγνωρίσεις της Μεραρχίας αυτής προχώρησαν  πιο  πάνω από το Λιβούνοβο, χωρίς να συναντήσουν τον εχθρό,  ο οποίος  συμπτύχθηκε έγκαιρα βόρεια της Κρέσνας.                  

Η  σιδηροδρομική  και  οδική  γέφυρες  επί  του Στρυμόνα, επισκευάσθηκαν γρήγορα  και  χρησιμοποιήθηκαν  για τη μεταφορά του στρατού  και  των εφοδίων στις επιχειρήσεις,  μέσα  στο  Βουλγαρικό έδαφος.   Αυτή ήταν η μάχη του Δεμίρ - Ισσάρ, η έκβαση της οποίας υποχρέωσε τον εχθρό  να  τραπεί σε άτακτη φυγή,  απελευθερώνοντας  το Σιδηρόκαστρο και ολόκληρο το Νομό Σερρών.

Την 19.00 ώρα της 27ης  Ιουνίου μία Ίλη Ιππικού υπό τον Ανθυπίλαρχο Ιωαννίδη,  έμπαινε  θριαμβευτικά  στο  Σιδηρόκαστρο,  μέσα στο οποίο όμως οι χαρμόσυνοι ήχοι της καμπάνας αντικαταστάθηκαν από το θρήνο  και  το κλάμα  για  τη σφαγή του Μητροπολίτη μαζί με  εκατό και πλέον Σιδηροκαστρινούς, από τα βάρβαρα στίφη του υποχωρήσαντος από το Λαχανά Βουλγαρικού στρατού.                                                                                                                               
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος πριν αναχωρήσει για τη διάσκεψη του Βουκουρεστίου (17-18 Ιουλίου 1913), συζητά στο σιδηροδρομικό σταθμό του Χατζή Μπεϊλίκ (Βυρώνεια) με το Βασιλιά Κωνσταντίνο και τους επιτελείς του τους όρους της Ελληνο-βουλγαρικής συνθήκης ειρήνης,. Η φωτογραφία αυτή, χρησιμοποιήθηκε ως πρότυπο για την επόμενη λιθογραφία.

ΤΟ ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΕΙΟΥ
ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΔΕΜΙΡ ΙΣΣΑΡ

Το  Γενικό  Στρατηγείο  για  να  ενημερώσει  την Κυβέρνηση έστειλε το παρακάτω τηλεγράφημα προς το Υπουργείο  των  Στρατιωτικών,  το οποίο  δημοσιεύθηκε  υπό  τύπον  ανακοινωθέντος  σε όλες τις Αθηναϊκές εφημερίδες την 28η Ιουνίου του 1913:

«Μετά την μάχην της Στρωμνίτσης,  έληξε σήμερον με νέαν νίκην των Ελληνικών όπλων  η  από  χθές αρξαμένη μάχη του Δεμίρ- Ισσάρ.  Μέγα μέρος  των ηττηθέντων εις Κιλκίς Βουλγαρικών στρατευμάτων  και  ειδικώς της  Γ΄ Μεραρχίας,  τα  εις  Λαχανάν και Νιγρίτα ηττηθέντα στρατεύματα,  ως  και  πάντα τα υπολειφθέντα εν Σέρραις και Καβάλα, υποχωρήσαντα είχον  συγκεντρωθεί  παρά  το  Δεμίρ-Ισσάρ,  επί  της  αριστεράς  όχθης του Στρυμόνος  και παρά την είσοδον της κλεισωρίας Δερβέντι.                                         

Το Ελληνικό Στρατηγείο στο Σ. Σ Χατζή Μπεϊλίκ (Βυρώνεια).

Το σύνολον  των συγκεντρωθεισών εκεί δυνάμεων ανήρχετο κατά  τους  υπολογισμούς ημών  σε  44  Τάγματα  Πεζικού.  Η  υπό  των Βουλγάρων  εκλεγείσα  τοποθεσία εκτεινομένη ανατολικώς του Στρυμόνος  από  της  σιδηροδρομικής  γεφύρας μέχρι του ρέμματος Κρούσεβα (Κρουσοβίτη),  πλήν  της  φυσικής αυτής ισχύος, είχεν οχυρωθή και  εξοπλισθή  δια  βαρέων  πυροβόλων,  επροστατεύετο  δε δεξιόθεν παρά του Στρυμόνος.  Πλήν όμως της θέσεως αυτής οι Βούλγαροι κατέλαβον δια πεζικού  και  τα  επι της δεξιάς όχθης υψώματα παρά την Βέτριναν.  Ούτως  η είσοδος  της κλεισούρας Δερβέντι εφράσσετο τελείως. Τμήμα Στρατιάς εκ τριών Μεραρχιών  υπό τον Υποστράτηγον Μανουσογιαννάκην είχεν  εντολήν  να καλύπτη το δεξιόν πλευρόν του κατά  της Στρωμνίτσης  επιχειρούντος  Ελληνικού Στρατού  έναντίον πάσης εκ Δεμίρ Ισσάρ  επιθέσεως, ταυτοχρόνως δε να να εκκαθαρίση το μεταξύ των υπωρειών του  όρους  Μπέλεσι  και  της  δεξιάς  όχθης του Στρυμόνος εδάφους παντός εχθρικού τμήματος. Προς τον σκοπόν τούτον  είχε  διατεθεί  μία μεν Μεραρχία προς επιτήρησιν των διαβάσεων του Στρυμόνος  μέχρι  της  λίμνης  Αχινού,  δύο έτεραι συνεκεντρώθησαν παρά το Χατζή Μπεϊλίκ.               Κατά τη χθές  26ην  τρέχοντος τμήματα των Ελληνικών Μεραρχιών επετέθησαν  κατά  των επι της δεξιάς όχθης Βουλγαρικών δυνάμεων και εξετόπισαν αυτάς από του χωρίου Κεσισλίκ. Η προχώρησις όμως του Ελληνικού πεζικού ανεκόπη, καθ’ όσον τα βαρέα πυροβόλα του εχθρού έβαλλον  κατ’ αυτού  εξ απόστάσεως 9 χιλιομέτρων χωρίς το Ελληνικόν πυροβολικόν να δύναται,  ούτε  να  πλησιάση, ούτε ν’ ανταποκριθή εις το πύρ. Ούτως ο αγών διεκόπη αναποφάσιστος. Κατά την χθεσινήν νύκτα όμως,  το  Ελληνικόν  πυροβολικόν επωφελούμενον του σκότους, επλησίασεν εις απόστασιν δραστικής βολής, την δε πρωίαν επανελήφθη η επίθεσις.  Δια  τολμηράς δραστικής και αποφασιστικής προελάσεως  κατόρθωσε το Ελληνικόν πεζικόν να εκτοπίση τον εχθρόν εκ Βέτρινας  και  ν’  απωθήση  αυτόν  πέραν της αριστεράς όχθης του Στρυμόνος. 

Οι  Βούλγαροι  υποχωρήσαντες  επί της αριστεράς όχθης ανετίναξαν  έν  τόξον  της μεγάλης σιδηροδρομικής γεφύρας  και  ούτω  ανέκοψαν  προς  στιγμήν την εφόρμησιν των Ελλήνων. Τα επιτεθέντα τμήματα δεν εδίστασαν, αλλά διηυθύνθησαν μετά ορειβατικού  πυροβολικού  κατά  μήκος  της  δεξιάς  όχθης προς βορράν.  Το τοιούτον εξηνάγκασεν τον Βουλγαρικόν στρατόν να αφήση εν σπουδή τας θέσεις του  και  να εγκαταλείψη 4 βαρέα πυροβόλα, ων τα δύο ταχυβόλα Σνάϊδερ- Καννέ,  πολλά  πυρομαχικά και πλήθος τροφών. Το τμήμα τούτο ανέλαβεν, αμέσως την καταδίωξιν. Μία Μεραρχία  διήλθεν  τον  Στρυμόνα  επί δυσκόλου πόρου και ηκολούθησε καταδιώκουσα επι της αριστεράς όχθης εφ’ ής η αμαξιτή οδός, ετέρα δε ηκολούθησε την δεξιάν όχθην καταδιώκουσα επίσης.                               

Ούτω έληξεν η μάχη αύτη με νέαν υποχώρησιν των Βουλγάρων και νέα λάφυρα.  Καθ’  όν  χρόνον εξελίσσετο, ως  περιεγράφη η μάχη του Δεμίρ-Ισσάρ,  μακραί  φάλαγγες  όλων των όπλων υποχωρήσασαι εξ Ιστίπ κατηυθύνοντο δια Στρωμνίτσης προς Πέτριτς.                        

Κατά των φαλάγγων τούτων  επετέθησαν  αι  επί  των  βορείων προπόδων του Μπέλεσι κατελθούσαι ημέτεραι Μεραρχίαι,  κατόρθωσαν δε κατόπιν αγώνος να διασκορπίσουν τινάς εξ αυτών  και  να  καταλάβουν χθές μέν 5 πυροβόλα,  σήμερον  δε  έτερα 15,  μεθ’ απάντων των βλητοφόρων αυτών.  Ούτως  ο  Ελληνικός  Στρατός έχει σήμερον αντιμέτωπον  και  καταδιώκει  ου  μόνον  την παρ’ αυτού ηττηθείσαν στρατιάν του  Ιβανώφ  αποτελουμένην εκ των Μεραρχιών 3, 6, 10, 11, 13 δυνάμεως 80 Ταγμάτων,  αλλά  και  την 4ην Βουλγαρικήν Στρατιάν, αποτελουμένην εκ των Μεραρχιών 2, 7 και 8, ήτοι 62 Ταγμάτων, υποχωρησάντων σχεδόν αθίκτως  εξ  Ιστίπ  και τα οποία καταδιώκει επίσης ο Ελληνικός Στρατός.                                                                                                                                        
                                                                                                                            Β. ΔΟΥΣΜΑΝΗΣ 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου